Το μέλι είναι ένα φυσικό τρόφιμο, γνωστό από την αρχαιότητα στους ανθρώπους, που η κατανάλωσή του έχει συνδεθεί με πλήθος ευεργετικών επιδράσεων στην υγεία και τη μακροζωία τους.
Το συλλέγουν οι μέλισσες από τα ζωντανά μέρη των φυτών ή από εκκρίσεις εντόμων και το μεταφέρουν στην κυψέλη τους, όπου το εμπλουτίζουν με δικές τους ουσίες και κατόπιν το αποθηκεύουν στις κηρήθρες μέχρι να ωριμάσει.
Η φυτική και γεωγραφική προέλευση, καθώς και οι συνθήκες ωρίμανσης του μελιού, είναι οι κύριοι παράγοντες που ευθύνονται για τον μεγάλο αριθμό συστατικών του και κατά συνέπεια, για τις φυσικοχημικές ιδιότητες που παρουσιάζει το τελικό προϊόν.
Έτσι, το μέλι μπορεί να περιέχει πλήθος ουσιών από 14 διαφορετικές κατηγορίες συστατικών, όπως σάκχαρα, οργανικά οξέα, νερό, πρωτεΐνες, αμινοξέα, βιταμίνες, μέταλλα και ιχνοστοιχεία, ένζυμα, φλαβονοειδή, κ.α.
Το μέλι χωρίζεται σε δύο μεγάλες κατηγορίες:
• το ανθόμελο, που παράγεται από το νέκταρ των λουλουδιών, κυρίως δε θυμαριού, πορτοκαλιάς, βαμβακιού, ηλίανθου, ερείκης, καστανιάς και
• το μέλι από μελιτώματα, που παράγεται από εκκρίματα των φυτών ή εντόμων που απομυζούν τα φυτά. Στην κατηγορία αυτή ανήκει το μέλι του πεύκου, της ελάτης και άλλων δασικών φυτών.
Οι κυριότερες ποικιλίες μελιού είναι:
Μέλι Θυμαρίσιο:
Πρόκειται για ένα ανθόμελο αρίστης ποιότητας, που η παραγωγή του φτάνει περίπου το 10% της συνολικής παραγωγής μελιού στην Ελλάδα.
Έχει έντονα αρωματικά και γευστικά χαρακτηριστικά και η όψη του είναι ιδιαίτερα ελκυστική, γι’ αυτό και το προτιμούν συνήθως οι καταναλωτές.
Tο συγκεκριμένο είδος μελιού, ζαχαρώνει σε διάστημα 6 - 18 μηνών.
Oι καλύτερες περιοχές παραγωγής θυμαρίσιου μελιού, θεωρούνται τα ελληνικά νησιά και ιδιαίτερα η Kρήτη και τα Kύθηρα.
Tο θυμαρίσιο μέλι είναι έντονα αρωματικό, με ευχάριστη γεύση, αλλά ορισμένες φορές, λόγω υψηλής συγκέντρωσης σε φρουκτόζη, αφήνει μια αίσθηση καψίματος στο στόμα.
Το χρώμα του είναι συνήθως ανοιχτό κεχριμπαρένιο, με της Aττικής και των Kυκλάδων να είναι πιο ανοιχτό απ' ότι της Kρήτης, που είναι σκούρο πορτοκαλί.
Tο θυμαρίσιο μέλι θεωρείται ότι έχει τονωτικές και αντισηπτικές ιδιότητες.
Mέλι Εσπεριδοειδών:
Οι πορτοκαλιές και οι λεμονιές, αποτελούν μια σημαντική πηγή απ' όπου οι μέλισσες συλλέγουν νέκταρ για την παραγωγή μελιού. Tο μέλι εσπεριδοειδών και κυρίως της πορτοκαλιάς,
έχει υπέροχο άρωμα, εξαιρετικά ιδιαίτερη γεύση και χρώμα ανοιχτό κίτρινο.Το μόνο «μειονέκτημα» είναι ότι κρυσταλλώνει πολύ γρήγορα, γι’ αυτό πρέπει να καταναλώνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Παράγεται κυρίως, στην Πελοπόννησο, την Ήπειρο, την Κρήτη και σε αρκετά άλλα μέρη, αποτελώντας το 25% της συνολικής παραγωγής.
Για να διατηρηθεί η θρεπτική αξία αυτού του τύπου μελιού, θα πρέπει να καταναλώνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα και να προφυλάσσεται από υψηλές θερμοκρασίες.
Μέλι Ερείκης:
Το Eρεικόμελο ή Ρεικόμελο, όπως αλλιώς το λένε, υπάρχει σε δύο τύπους: το μέλι της φθινοπωρινής και της ανοιξιάτικης ερείκης και παράγεται σχεδόν σε όλη τη χώρα.
Λόγω της υψηλής φυσικής περιεκτικότητάς του σε γλυκόζη, κρυσταλλώνει πολύ γρήγορα (περίπου μέσα σε 1 - 3 μήνες) και γι’ αυτό δεν προσφέρεται για ανάμειξη με άλλα μέλια. Tο μέλι αυτό ξινίζει επίσης πιο εύκολα από τα άλλα είδη μελιού, γιατί έχει υψηλή υγρασία και μεγάλη περιεκτικότητα σε σακχαρομύκητες.
Το φθινοπωρινό ρεικόμελο, έχει χαρακτηριστικό, λεπτό άρωμα, είναι πιο γευστικό από το ανοιξιάτικο, διακρίνεται για τη δυνατή γεύση του και έχει χρώμα κοκκινωπό, ενώ το ανοιξιάτικο είναι πιο ανοιχτόχρωμο, έχει διαφορετική γεύση και χαρακτηρίζεται από υψηλή συγκέντρωση γλυκόζης.
Tο ρεικόμελο (κυρίως το φθινοπωρινό) θεωρείται ένα πολύ θρεπτικό είδος μελιού και ιδιαίτερα τονωτικό για τον ανθρώπινο οργανισμό, γι’ αυτό και πωλείται κυρίως σε καταστήματα υγιεινής διατροφής.
Μέλι Ελάτης:
Το μέλι από έλατα, είναι το ακριβότερο από τα μέλια και θεωρείται το καλύτερο που υπάρχει, ενώ λόγω του χαμηλού ποσοστού γλυκόζης, δεν κρυσταλλώνει.
Ξεχωρίζει από τ' άλλα με την χαρακτηριστική του εμφάνιση και την πυκνότητα, και αποτελεί το 5 - 8% περίπου του μέλιου που παράγεται στην Ελλάδα.
Προέρχεται κυρίως από τις ορεινές περιοχές της Eυρυτανίας, της Πίνδου, του Oλύμπου, της Βιωτίας, από τα βουνά Mαίναλο, Πάρνωνα, Ελικώνα και Xελμό στην Πελοπόννησο και από την Πάρνηθα στην Aττική. Υπάρχουν έντομα που παρασιτούν στα έλατα και παράγουν μελιτώδεις εκκρίσεις όπως τa Cinara confinis και Physokermes hemicryfus.
Tο μέλι ελάτης, δεν έχει έντονο άρωμα, διακρίνεται όμως για την ιδιαίτερα καλή του γεύση και το χρώμα του ποικίλλει, από έντονα μελί, σε πιο σκούρο, ή σε πιο ανοιχτό, ανάλογα με την περιοχή προέλευσής του. Το μέλι ελάτης από τη Bυτίνα Aρκαδίας, ξεχωρίζει λόγω των κρεμ ανταυγειών που δημιουργούνται στο εσωτερικό του και λέγεται «Bανίλια ελάτης».
Eίναι πλούσιο σε ιχνοστοιχεία (κάλιο, μαγνήσιο, φώσφορο, σίδηρο κ.λ.π.). Περιέχει βιταμίνες σε πολύ μικρές ποσότητες, αλλά ακόμα και αυτή η μικρή ποσότητα βοηθάει στην καλύτερη αφομοίωση των σακχάρων από τον ανθρώπινο οργανισμό.
Μέλι Πεύκου ή Πευκόμελο:
Το 65% περίπου της συνολικής παραγωγής του μελιού στην Ελλάδα, είναι
πευκόμελο. Το μέλι προέρχεται από τις μελιτώδεις εκκρίσεις του εντόμου
Marchalina hellenica γνωστό ως «βαμβακάδα», ή «παράσιτο» του πεύκου, όταν παρασιτεί στη Χαλέπειο και Τραχεία πεύκη.
Πευκόμελο παράγεται σε αρκετές περιοχές της χώρας και κυρίως στη Θάσο, στη Χαλκιδική, στην Εύβοια, στη Σκόπελο, στη Σκιάθο, στη Ζάκυνθο, στη Ρόδο, στην Κρήτη κ.τ.λ.
Οι περίοδοι των εκκρίσεων που αξιοποιούνται για την παραγωγή του πευκόμελου είναι από τον Αύγουστο μέχρι τον Οκτώβριο.
Η κρυστάλλωση του πευκόμελου γίνεται με αρκετά βραδύ ρυθμό, αφού η φυσική περιεκτικότητά του σε γλυκόζη είναι χαμηλή. Πιο συγκεκριμένα, τα αμιγή πευκόμελα παραμένουν ρευστά, δηλαδή χωρίς να κρυσταλλώσουν, για περισσότερο από ενάμιση χρόνο.
Το πευκόμελο έχει πολύ ιδιαίτερο άρωμα, που θυμίζει το άρωμα ιωδίου, ενώ λόγω της χαμηλής συγκέντρωσης σακχάρων που περιέχει, δεν είναι πάρα πολύ γλυκό.
Tο χρώμα του είναι χαρακτηριστικό και πιο σκούρο από το θυμαρίσιο. Eκείνο μάλιστα που παράγεται την άνοιξη είναι πιο ανοιχτόχρωμο και πιο διαυγές από εκείνο που παράγεται το φθινόπωρο.
Tο πευκόμελο θεωρείται μέλι υψηλής θρεπτικής αξίας κάτι πού είναι ενδεικτικό από το υψηλό ποσοστό τέφρας που διαθέτει.Αυτό οφείλεται κυρίως στο μεγάλο αριθμό διαφορετικών ουσιών που υπάρχουν στη σύστασή του. Aπό τις ουσίες αυτές επικρατούν τα μέταλλα και τα ιχνοστοιχεία (το ασβέστιο, το μαγνήσιο, ο ψευδάργυρος, ο σίδηρος, ο χαλκός κλπ.), τα οποία βρίσκονται σε μεγάλες συγκεντρώσεις στα ελληνικά πευκόμελα.
Μέλι καστανιάς:
Η καστανία είναι δέντρο διαδεδομένο σε ολόκληρη την ορεινή ζώνη της χώρας μας. Θεωρείται σπουδαίο μελισσοκομικό φυτό, γιατί παράγει εκτός από το υψηλής διατροφικής αξίας νέκταρ και εξαιρετικής ποιότητας γύρη.
Οι μελιτώδεις εκκρίσεις της καστανιάς, από την αφίδα Myzocallis castanicola, αρχίζουν το Μάιο και συνεχίζονται μέχρι και τον Ιούλιο.
Το μέλι καστανιάς, είναι παχύρρευστο, έντονα αρωματικό, με γεύση δυνατή κι ελαφρώς πικρή. H γεύση του καστανόμελου είναι τόσο έντονη, που μια μικρή αναλογία μπορεί να υπερκαλύψει τη γεύση άλλων μελιών.
Το χρώμα ποικίλλει ανάλογα με την προέλευσή του, από ανοιχτό μέχρι σκούρο καφέ και συχνά κοκκινωπό, αν πρόκειται για μελίτωμα.
Κρυσταλλώνει μετά από 1 - 2 χρόνια, σε λεπτούς κόκους.
Πλούσιο σε ιχνοστοιχεία και αμινοξέα. Έχει εφιδρωτικές ιδιότητες και ενθαρρύνει την κυκλοφορία του αίματος. Διαθέτει στυπτικές και απολυμαντικές ιδιότητες των ουρικών οδών.
Μέλι κουμαριάς:
Η Κουμαριά είναι θάμνος αειθαλής, που φτάνει περίπου τα 3 μέτρα, αλλά μερικές γίνεται ολόκληρο δένδρο.
Είναι πολύ καλό μελισσοκομικό φυτό, γιατί δίνει νέκταρ και γύρη, ενώ ανθίζει στα μέσα Οκτωβρίου και έχει την μοναδικότητα να έχει ταυτόχρονα μπουμπούκια, άνθη και ώριμα φρούτα.
Το μέλι της κουμαριάς, έχει χρώμα σκούρο κίτρινο, το ιξώδες του είναι μέτριο, γεύση πικρή και γι' αυτό η τιμή του είναι χαμηλή.
Οι μελισσοκόμοι το αφήνουν στις κυψέλες να το φάνε τα μελίσσια τους για το ξεχειμώνιασμα.
Το μέλι της κουμαριάς είναι πλούσιο σε ιχνοστοιχεία και βιταμίνες, κάνει καλό στον άνθρωπο και μάλιστα έχει βρεθεί ότι είναι διουρητικό. Κατεβάζει την πίεση, κάνει καλό στο κυκλοφορικό, άρα και στην καρδιά, αλλά ταυτόχρονα σαν διουρητικό κάνει καλό στα νεφρά και κατ' επέκταση και στον προστάτη.
Μέλι ανθέων:
Προέρχεται από το νέκταρ των λουλουδιών της ελληνικής φύσης. Χωρίς σταθερή σύνθεση και γεύση, διαφέρει από χρονιά σε χρονιά, όπως άλλωστε και η ελληνική φύση. Ανάλογα τον τόπο και ποια λουλούδια έχουν ανθοφορία, μας δίνουν το μέλι τους, κι έτσι το ανθόμελο είναι πάντα διαφορετικό.
Οι υπόλοιπες ποικιλίες:
Επίσης στην αγορά μπορεί να βρούμε και τα παρακάτω πιο σπάνια μέλια:
Τριφύλλι: ανθόμελο από τις μεγάλες πεδιάδες του Θεσσαλικού Κάμπου και τη Μακεδονία.
Ηλιοτρόπιο: με διακριτικό άρωμα ηλιόσπορου και ανθέων, εξαιρετικά παχύρρευστο, με γεύση κάπως ανισόρροπη, που αφήνει την αίσθηση πορτοκαλιού.
Ευκάλυπτος: με ζωηρό άρωμα και γεύση ευκαλύπτου.
Δεντρολίβανο: με φινετσάτο άρωμα και γεύση, αρκετά ρευστό.
Ακακία: αραιό, με εξαιρετικά λεπτό άρωμα και γεύση ακακίας.
Ελαιοκράμβη: συμπαγές, με υφή σαν γλυκό βανίλια και γεύση που, παρά την πυκνότητά της, διαλύεται γρήγορα στο στόμα, αφήνοντας μια περίεργη δροσιά και μια ελαιώδη γεύση, πολύ γλυκιά.
Εκτός όμως από το μέλι, οι μέλισσες παράγουν κι άλλα προϊόντα που είναι χρήσιμα για την υγεία και την ομορφιά μας, όπως ο βασιλικός πολτός, η γύρη, η πρόπολη, το κερί, ακόμα και το δηλητήριο.
Πηγές:
https://el.wikipedia.org
https://www.omse.gr
https://www.honey-center.gr
Το συλλέγουν οι μέλισσες από τα ζωντανά μέρη των φυτών ή από εκκρίσεις εντόμων και το μεταφέρουν στην κυψέλη τους, όπου το εμπλουτίζουν με δικές τους ουσίες και κατόπιν το αποθηκεύουν στις κηρήθρες μέχρι να ωριμάσει.
Η φυτική και γεωγραφική προέλευση, καθώς και οι συνθήκες ωρίμανσης του μελιού, είναι οι κύριοι παράγοντες που ευθύνονται για τον μεγάλο αριθμό συστατικών του και κατά συνέπεια, για τις φυσικοχημικές ιδιότητες που παρουσιάζει το τελικό προϊόν.
Έτσι, το μέλι μπορεί να περιέχει πλήθος ουσιών από 14 διαφορετικές κατηγορίες συστατικών, όπως σάκχαρα, οργανικά οξέα, νερό, πρωτεΐνες, αμινοξέα, βιταμίνες, μέταλλα και ιχνοστοιχεία, ένζυμα, φλαβονοειδή, κ.α.
Το μέλι χωρίζεται σε δύο μεγάλες κατηγορίες:
• το ανθόμελο, που παράγεται από το νέκταρ των λουλουδιών, κυρίως δε θυμαριού, πορτοκαλιάς, βαμβακιού, ηλίανθου, ερείκης, καστανιάς και
• το μέλι από μελιτώματα, που παράγεται από εκκρίματα των φυτών ή εντόμων που απομυζούν τα φυτά. Στην κατηγορία αυτή ανήκει το μέλι του πεύκου, της ελάτης και άλλων δασικών φυτών.
Οι κυριότερες ποικιλίες μελιού είναι:
Μέλι Θυμαρίσιο:
Πρόκειται για ένα ανθόμελο αρίστης ποιότητας, που η παραγωγή του φτάνει περίπου το 10% της συνολικής παραγωγής μελιού στην Ελλάδα.
Έχει έντονα αρωματικά και γευστικά χαρακτηριστικά και η όψη του είναι ιδιαίτερα ελκυστική, γι’ αυτό και το προτιμούν συνήθως οι καταναλωτές.
Tο συγκεκριμένο είδος μελιού, ζαχαρώνει σε διάστημα 6 - 18 μηνών.
Oι καλύτερες περιοχές παραγωγής θυμαρίσιου μελιού, θεωρούνται τα ελληνικά νησιά και ιδιαίτερα η Kρήτη και τα Kύθηρα.
Tο θυμαρίσιο μέλι είναι έντονα αρωματικό, με ευχάριστη γεύση, αλλά ορισμένες φορές, λόγω υψηλής συγκέντρωσης σε φρουκτόζη, αφήνει μια αίσθηση καψίματος στο στόμα.
Το χρώμα του είναι συνήθως ανοιχτό κεχριμπαρένιο, με της Aττικής και των Kυκλάδων να είναι πιο ανοιχτό απ' ότι της Kρήτης, που είναι σκούρο πορτοκαλί.
Tο θυμαρίσιο μέλι θεωρείται ότι έχει τονωτικές και αντισηπτικές ιδιότητες.
Mέλι Εσπεριδοειδών:
Οι πορτοκαλιές και οι λεμονιές, αποτελούν μια σημαντική πηγή απ' όπου οι μέλισσες συλλέγουν νέκταρ για την παραγωγή μελιού. Tο μέλι εσπεριδοειδών και κυρίως της πορτοκαλιάς,
έχει υπέροχο άρωμα, εξαιρετικά ιδιαίτερη γεύση και χρώμα ανοιχτό κίτρινο.Το μόνο «μειονέκτημα» είναι ότι κρυσταλλώνει πολύ γρήγορα, γι’ αυτό πρέπει να καταναλώνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Παράγεται κυρίως, στην Πελοπόννησο, την Ήπειρο, την Κρήτη και σε αρκετά άλλα μέρη, αποτελώντας το 25% της συνολικής παραγωγής.
Για να διατηρηθεί η θρεπτική αξία αυτού του τύπου μελιού, θα πρέπει να καταναλώνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα και να προφυλάσσεται από υψηλές θερμοκρασίες.
Μέλι Ερείκης:
Το Eρεικόμελο ή Ρεικόμελο, όπως αλλιώς το λένε, υπάρχει σε δύο τύπους: το μέλι της φθινοπωρινής και της ανοιξιάτικης ερείκης και παράγεται σχεδόν σε όλη τη χώρα.
Λόγω της υψηλής φυσικής περιεκτικότητάς του σε γλυκόζη, κρυσταλλώνει πολύ γρήγορα (περίπου μέσα σε 1 - 3 μήνες) και γι’ αυτό δεν προσφέρεται για ανάμειξη με άλλα μέλια. Tο μέλι αυτό ξινίζει επίσης πιο εύκολα από τα άλλα είδη μελιού, γιατί έχει υψηλή υγρασία και μεγάλη περιεκτικότητα σε σακχαρομύκητες.
Το φθινοπωρινό ρεικόμελο, έχει χαρακτηριστικό, λεπτό άρωμα, είναι πιο γευστικό από το ανοιξιάτικο, διακρίνεται για τη δυνατή γεύση του και έχει χρώμα κοκκινωπό, ενώ το ανοιξιάτικο είναι πιο ανοιχτόχρωμο, έχει διαφορετική γεύση και χαρακτηρίζεται από υψηλή συγκέντρωση γλυκόζης.
Tο ρεικόμελο (κυρίως το φθινοπωρινό) θεωρείται ένα πολύ θρεπτικό είδος μελιού και ιδιαίτερα τονωτικό για τον ανθρώπινο οργανισμό, γι’ αυτό και πωλείται κυρίως σε καταστήματα υγιεινής διατροφής.
Μέλι Ελάτης:
Το μέλι από έλατα, είναι το ακριβότερο από τα μέλια και θεωρείται το καλύτερο που υπάρχει, ενώ λόγω του χαμηλού ποσοστού γλυκόζης, δεν κρυσταλλώνει.
Ξεχωρίζει από τ' άλλα με την χαρακτηριστική του εμφάνιση και την πυκνότητα, και αποτελεί το 5 - 8% περίπου του μέλιου που παράγεται στην Ελλάδα.
Προέρχεται κυρίως από τις ορεινές περιοχές της Eυρυτανίας, της Πίνδου, του Oλύμπου, της Βιωτίας, από τα βουνά Mαίναλο, Πάρνωνα, Ελικώνα και Xελμό στην Πελοπόννησο και από την Πάρνηθα στην Aττική. Υπάρχουν έντομα που παρασιτούν στα έλατα και παράγουν μελιτώδεις εκκρίσεις όπως τa Cinara confinis και Physokermes hemicryfus.
Tο μέλι ελάτης, δεν έχει έντονο άρωμα, διακρίνεται όμως για την ιδιαίτερα καλή του γεύση και το χρώμα του ποικίλλει, από έντονα μελί, σε πιο σκούρο, ή σε πιο ανοιχτό, ανάλογα με την περιοχή προέλευσής του. Το μέλι ελάτης από τη Bυτίνα Aρκαδίας, ξεχωρίζει λόγω των κρεμ ανταυγειών που δημιουργούνται στο εσωτερικό του και λέγεται «Bανίλια ελάτης».
Eίναι πλούσιο σε ιχνοστοιχεία (κάλιο, μαγνήσιο, φώσφορο, σίδηρο κ.λ.π.). Περιέχει βιταμίνες σε πολύ μικρές ποσότητες, αλλά ακόμα και αυτή η μικρή ποσότητα βοηθάει στην καλύτερη αφομοίωση των σακχάρων από τον ανθρώπινο οργανισμό.
Μέλι Πεύκου ή Πευκόμελο:
Το 65% περίπου της συνολικής παραγωγής του μελιού στην Ελλάδα, είναι
πευκόμελο. Το μέλι προέρχεται από τις μελιτώδεις εκκρίσεις του εντόμου
Marchalina hellenica γνωστό ως «βαμβακάδα», ή «παράσιτο» του πεύκου, όταν παρασιτεί στη Χαλέπειο και Τραχεία πεύκη.
Πευκόμελο παράγεται σε αρκετές περιοχές της χώρας και κυρίως στη Θάσο, στη Χαλκιδική, στην Εύβοια, στη Σκόπελο, στη Σκιάθο, στη Ζάκυνθο, στη Ρόδο, στην Κρήτη κ.τ.λ.
Οι περίοδοι των εκκρίσεων που αξιοποιούνται για την παραγωγή του πευκόμελου είναι από τον Αύγουστο μέχρι τον Οκτώβριο.
Η κρυστάλλωση του πευκόμελου γίνεται με αρκετά βραδύ ρυθμό, αφού η φυσική περιεκτικότητά του σε γλυκόζη είναι χαμηλή. Πιο συγκεκριμένα, τα αμιγή πευκόμελα παραμένουν ρευστά, δηλαδή χωρίς να κρυσταλλώσουν, για περισσότερο από ενάμιση χρόνο.
Το πευκόμελο έχει πολύ ιδιαίτερο άρωμα, που θυμίζει το άρωμα ιωδίου, ενώ λόγω της χαμηλής συγκέντρωσης σακχάρων που περιέχει, δεν είναι πάρα πολύ γλυκό.
Tο χρώμα του είναι χαρακτηριστικό και πιο σκούρο από το θυμαρίσιο. Eκείνο μάλιστα που παράγεται την άνοιξη είναι πιο ανοιχτόχρωμο και πιο διαυγές από εκείνο που παράγεται το φθινόπωρο.
Tο πευκόμελο θεωρείται μέλι υψηλής θρεπτικής αξίας κάτι πού είναι ενδεικτικό από το υψηλό ποσοστό τέφρας που διαθέτει.Αυτό οφείλεται κυρίως στο μεγάλο αριθμό διαφορετικών ουσιών που υπάρχουν στη σύστασή του. Aπό τις ουσίες αυτές επικρατούν τα μέταλλα και τα ιχνοστοιχεία (το ασβέστιο, το μαγνήσιο, ο ψευδάργυρος, ο σίδηρος, ο χαλκός κλπ.), τα οποία βρίσκονται σε μεγάλες συγκεντρώσεις στα ελληνικά πευκόμελα.
Μέλι καστανιάς:
Η καστανία είναι δέντρο διαδεδομένο σε ολόκληρη την ορεινή ζώνη της χώρας μας. Θεωρείται σπουδαίο μελισσοκομικό φυτό, γιατί παράγει εκτός από το υψηλής διατροφικής αξίας νέκταρ και εξαιρετικής ποιότητας γύρη.
Οι μελιτώδεις εκκρίσεις της καστανιάς, από την αφίδα Myzocallis castanicola, αρχίζουν το Μάιο και συνεχίζονται μέχρι και τον Ιούλιο.
Το μέλι καστανιάς, είναι παχύρρευστο, έντονα αρωματικό, με γεύση δυνατή κι ελαφρώς πικρή. H γεύση του καστανόμελου είναι τόσο έντονη, που μια μικρή αναλογία μπορεί να υπερκαλύψει τη γεύση άλλων μελιών.
Το χρώμα ποικίλλει ανάλογα με την προέλευσή του, από ανοιχτό μέχρι σκούρο καφέ και συχνά κοκκινωπό, αν πρόκειται για μελίτωμα.
Κρυσταλλώνει μετά από 1 - 2 χρόνια, σε λεπτούς κόκους.
Πλούσιο σε ιχνοστοιχεία και αμινοξέα. Έχει εφιδρωτικές ιδιότητες και ενθαρρύνει την κυκλοφορία του αίματος. Διαθέτει στυπτικές και απολυμαντικές ιδιότητες των ουρικών οδών.
Μέλι κουμαριάς:
Η Κουμαριά είναι θάμνος αειθαλής, που φτάνει περίπου τα 3 μέτρα, αλλά μερικές γίνεται ολόκληρο δένδρο.
Είναι πολύ καλό μελισσοκομικό φυτό, γιατί δίνει νέκταρ και γύρη, ενώ ανθίζει στα μέσα Οκτωβρίου και έχει την μοναδικότητα να έχει ταυτόχρονα μπουμπούκια, άνθη και ώριμα φρούτα.
Το μέλι της κουμαριάς, έχει χρώμα σκούρο κίτρινο, το ιξώδες του είναι μέτριο, γεύση πικρή και γι' αυτό η τιμή του είναι χαμηλή.
Οι μελισσοκόμοι το αφήνουν στις κυψέλες να το φάνε τα μελίσσια τους για το ξεχειμώνιασμα.
Το μέλι της κουμαριάς είναι πλούσιο σε ιχνοστοιχεία και βιταμίνες, κάνει καλό στον άνθρωπο και μάλιστα έχει βρεθεί ότι είναι διουρητικό. Κατεβάζει την πίεση, κάνει καλό στο κυκλοφορικό, άρα και στην καρδιά, αλλά ταυτόχρονα σαν διουρητικό κάνει καλό στα νεφρά και κατ' επέκταση και στον προστάτη.
Μέλι ανθέων:
Προέρχεται από το νέκταρ των λουλουδιών της ελληνικής φύσης. Χωρίς σταθερή σύνθεση και γεύση, διαφέρει από χρονιά σε χρονιά, όπως άλλωστε και η ελληνική φύση. Ανάλογα τον τόπο και ποια λουλούδια έχουν ανθοφορία, μας δίνουν το μέλι τους, κι έτσι το ανθόμελο είναι πάντα διαφορετικό.
Οι υπόλοιπες ποικιλίες:
Επίσης στην αγορά μπορεί να βρούμε και τα παρακάτω πιο σπάνια μέλια:
Τριφύλλι: ανθόμελο από τις μεγάλες πεδιάδες του Θεσσαλικού Κάμπου και τη Μακεδονία.
Ηλιοτρόπιο: με διακριτικό άρωμα ηλιόσπορου και ανθέων, εξαιρετικά παχύρρευστο, με γεύση κάπως ανισόρροπη, που αφήνει την αίσθηση πορτοκαλιού.
Ευκάλυπτος: με ζωηρό άρωμα και γεύση ευκαλύπτου.
Δεντρολίβανο: με φινετσάτο άρωμα και γεύση, αρκετά ρευστό.
Ακακία: αραιό, με εξαιρετικά λεπτό άρωμα και γεύση ακακίας.
Ελαιοκράμβη: συμπαγές, με υφή σαν γλυκό βανίλια και γεύση που, παρά την πυκνότητά της, διαλύεται γρήγορα στο στόμα, αφήνοντας μια περίεργη δροσιά και μια ελαιώδη γεύση, πολύ γλυκιά.
Εκτός όμως από το μέλι, οι μέλισσες παράγουν κι άλλα προϊόντα που είναι χρήσιμα για την υγεία και την ομορφιά μας, όπως ο βασιλικός πολτός, η γύρη, η πρόπολη, το κερί, ακόμα και το δηλητήριο.
Πηγές:
https://el.wikipedia.org
https://www.omse.gr
https://www.honey-center.gr
0 Σχόλια
Αν φτιάχνετε κι εσείς τη συνταγή, αλλά με άλλο τρόπο, γράψτε τι διαφορετικό κάνετε και ποια υλικά χρησιμοποιείτε.
Αν μαγειρέψετε τη συνταγή και θέλετε, θα χαρώ πολύ να μου γράψετε τα σχόλιά σας.
Για άμεση απάντηση σε απορίες, γράψτε μου μήνυμα στο Instagram.